Ο κορμός του Ωμέγα

 

Μη σε τρομάζουν οι βροντές απ τις φυλές των Βελισάριων Η συγχορδία των νευρώνων σου έχει το γόνο μαγικής Ανατολής στο γήινο τραπέζι που σε βάφτισαν οι ώρες σου.
Και μη κοιτάς μες το καθρέπτη το θλιμενο σου αόριστο, γιατι χωρις αφή, θα αναστήσεις είδωλα, θα καταργήσεις γκρίζα χρώματα.

Κι ως πάντοτε  πιστός στη σιωπή της σκεψης σου, θα λιγοστέψεις τις κρυψώνες σου, μυθομανώντας τους αιωνιους εχθρούς σου

Γιατί..
Οι άσπρες σου ποδιές,  ωδές στο διάδρομο των φθόγγων, βοηθούν τη κάθε γνώση που ραγίζει τα μελιγγια να τρυπώσει,  
καθώς σε βρίσκει πάλι σήμερα με τα δυό χέρια σου ψυχρά πλεγμένα  μ’απορίες.

Με μια σταγόνα υφής σε κάβο εκκρεμοτήτων,  να σ'οδηγεί στο υπερτέρας της απόφασης, με την απόσταση κλινήρη απο τη νόσο των κενών σελιδοχώρων.

Σε πειραγμένη γνώση κολυμπώντας,
τέκνο μιας άλλης σου λατρείας,
που για να τη γευτείς,
πρέπει να κυρτωθείς  ως τον αχίλλειο δασμό,
ενώ σε παρασέρνει ο πειρασμός ως τη πυρά της σαρκοφάγου ενδοσκόπησης,
                                                                                                         κείνης της μαστρωπού που κλαίει σωθικά.