
Ζέφυρε
Η πεπρωμένη Κυρά παραδουλεύτρα σου είπε μέρες σαν αυτή μπας και σου παίξει ένα αλλιώτικο παιχνίδι απο τα αποκείνα που παίζουμε συνήθως.
Όταν πασαλείβουμε τον εμπρόσθιο τραχανά μας με το ροδόνερο του υπαρξιακού μας άνθους.
Γιατί πήρες έναν γραμμένο αριθμό απο τη φυλλάδα της πλανεμπορίας και τον έραψες σταυροπόδι στο λίπος της δική σου παραπεριπλάνησης.
Εξ συμπτώσεως όμως, ο αριθμός σου κατέληγε στο ρετιρέ του λησμονημένου.
Για να σκαρώσει αμέσως ο ύπνος σου σκανταλιές στο μαξιλάρι κι ο πάστορας ομφαλομάντης σου να ψέλνει τις συνθέσεις ενός σβησμένου άδωνη.
Σημαιοστόλισες επίσης στα γρήγορα το θολό κομιτάτο της αντίπερα ψυχής (της άγνωστης σε σένα όπως και σε όλους το ίδιο άγνωστης).
Ενεργοποίησες το πολυθρύλητο πολυδύναμο στρατηγείο των αμαρτωλών μενεξέδων κι εκτελώνισες απερίσκεπτα το ρήμα των κάτωχρων ναρκαλιευτών του συναισθήματος.
Γιατί νόμισες ότι αυτό ήταν το ρίγος σωτηρίας που περίμενε το φωτογράφημα σου.
Όμως απο απέναντι, ο ανυπόκριτος ήχος ήρθε να σου ξιδιάσει τα φωτόνια και να σου μαστιγώσει την θερμορρύθμιση.
Και περισσότερο απο όλα να σου τρίξει τον πλίνθο της μοναξιάς.
Για καλό σου λοιπόν, πάρε και ξεσαμάρωσε την ειρωνεία του αυτοδύναμου, κι ύστερα δέσε ένα κόμπο σοφίας στο σαίτεμα του χρόνου που κλώθει κάθε ελλιποβαρή βδομάδα σου.
Κι όλα θα γίνουν ανάγλυφα ξανά.